λαουρίδες

λαουρίδες
(lauridae). Οικογένεια δικοτυλήδονων ξυλωδών φυτών, της τάξης των λαουρωδών. Oι ιστοί του φλοιού και των φύλλων των λ. περιέχουν πολυάριθμα κύτταρα, με αιθέρια έλαια και σπανιότερα με κομμεορητίνες. Έχουν εναλλασσόμενα φύλλα, συνήθως δερματώδη και καρπούς ψευδοδρύπες, κλεισμένους σε σαρκώδες περίβλημα. Τα σπουδαιότερα είδη είναι: η δάφνη ή βάγια (Laurus nobilis ή του Απόλλωνα)· η καμφορά (κιννάμωμο) της Ιαπωνίας και της Κίνας, από το ξύλο της οποίας εξάγεται με απόσταξη η καμφορά· η κανέλα της Σρι Λάνκα και των ινδικών περιοχών, ο φλοιός της οποίας χρησιμοποιείται ως αρωματικό· ο σασαφράς, φυτό φαρμακευτικό· τέλος, η περσέα ή αβοκάντο (Persea americanica), δέντρο των τροπικών περιοχών, που δίνει καρπούς αχλαδόμορφους με μεγάλη θρεπτική αξία. Καρποί του είδους Persea americanica, δέντρου των τροπικών περιοχών της οικογένειας των λαουριδών. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα είδη των λαουριδών είναι η δάφνη (Laurus nobilis), το δέντρο του Απόλλωνα, της οποίας οι καρποί είναι μικρές μαύρες δρύπες και τα φύλλα χρησιμοποιούνται ως αρωματικό.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • δάφνη — (daphnae).Γένος δικοτυλήδονων φυτών της οικογένειας των θυμελαϊδών. Η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει οκτώ είδη, από τα οποία τα πιο διαδεδομένα είναι η δ. η μεζέρεια, η δ. η κνέωρη και η δ. η δαφνοειδής.Η πρώτη συναντάται στα δάση της χώρας μας.… …   Dictionary of Greek

  • ενδιάνδρα — η γένος τροπικών δέντρων τής οικογένειας λαουρίδες …   Dictionary of Greek

  • καμφορά — Ουσία έντονα αρωματική, που εξάγεται από το δένδρο κιννάμωμον ή λάουρος η καμφορά (οικογένεια λαουρίδες, δικοτυλήδονα). Είναι διαδεδομένο στη νότια Κίνα, στην Ταϊβάν, στην Ινδία, στην Ιάβα και στη Σουμάτρα. Έχει αειθαλές και γυαλιστερό φύλλωμα με …   Dictionary of Greek

  • κανέλα — Εδώδιμο που προέρχεται από το αειθαλές δέντρο κιννάμωμο το κεΰλανικό (οικογένεια λαουρίδες, δικοτυλήδονα). Το δέντρο φύεται στην ανατολική Ασία, στην Ιάβα και στη Σρι Λάνκα, όπου καλλιεργείται πολύ εντατικά. Έχει δερματώδη φύλλα και μικρά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”